Christopher Richard Wynne Nevinson: Returning to the Trenches, 1916

Χόρχε Λουίς Μπόρχες και μετά...

Όταν πρωτοδιάβασα Μπόρχες πρέπει να ήμουν φοιτητής. Ήταν μια τεράστια ανακάλυψη για μένα. Ένας ολόκληρος καινούργιος κόσμος στον οποίο μπορούσες να μπεις όπως ή Αλίκη στον καθρέπτη, να συναντήσεις τον ίδιο τον Μπόρχες ανάμεσα σε όντα πρωτόγνωρα κι ονειρευτές, να ξετυλίξεις μαζί του τα νήματα που πλέκουν τις ανθρώπινες ιστορίες μεταξύ τους, να ψηλαφίσετε με μάτια κλειστά και χέρια γυμνά το μυστήριο, να περιπαίξετε την "α-λήθεια", να αιωρηθείτε στο άπειρο σαν φλόγες ανάμεσα σε δυο παράλληλους καθρέπτες και να παίξετε κρυφτό στις δαιδαλώδεις σπείρες της βιβλιοθήκης του. Ανακάλυψα νοήματα που κρύβονταν βαθιά μέσα στην χαρά της ανάγνωσης κι έμαθα να επικοινωνώ με τον συγγραφέα, να τον συναισθάνομαι και να μου μιλά. Γίνομαι έτσι κι εγώ ένας από τους χαρακτήρες του, δημιούργημά του και ταυτόχρονα δημιουργός του.

Ο Μπόρχες ήταν ένας μαιτρ της διαλεκτικής του μύθου, εκείνης της δυαδικής, που εμμένει πάντα στην παράδοξη κυκλικότητα της σύζευξης των αντιθέτων. Οπαδός του μοιραίου και λάτρης της σύμπτωσης. Και είναι και ο υπέρτατος υμνητής του παιχνιδιού, της φαντασίας και της δημιουργικότητας χωρίς σύνορα και χωρίς χρόνο. Το έργο του είναι η κιβωτός της λογοτεχνίας ως ανθρώπινης δραστηριότητας μέσα στον κατακλυσμό της κατακερματισμένης έκφρασης ανύποπτων κι αδιάλλακτων με την ιστορία ατομικοτήτων. 


Ο Μπόρχες έχει επηρεάσει και εμπνεύσει πολλούς συγγραφείς. Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας κάποια από τα βιβλία που διάβασα τα τελευταία χρόνια και είχαν άμεση αναφορά σε αυτήν του την επιρροή.




Carlos Maria Dominguez: Το χάρτινο σπίτι, εκδόσεις Πατάκη 2006.

Ο Carlos Maria Dominquez είναι αργεντινός, γεννημένος στο Μπουένος Άιρες, αλλά ζει εδώ και 25 περίπου χρόνια στην Ουρουγουάη. Το βιβλίο αυτό έχει μεταφραστεί σε 20 γλώσσες κι έχει αποσπάσει πολλά βραβεία. Και πραγματικά το αξίζει. 

Πρόκειται για μια ιστορία με συμβολικούς χαρακτήρες, που καταπιάνεται με το διάβασμα, τη λογοτεχνία, τις βιβλιοθήκες και τα βιβλία. Διακρίνεται ήδη η επιρροή της μπορχικής θεματικής. Ο συγγραφέας κινείται στους δαιδαλώδεις λαβυρίνθους της λογοτεχνίας και βάζει τους ήρωές του να υποκινούνται στην πραγματική τους ζωή από τα αναγνώσματά τους και τα βιβλία τους.     

Η Bluma, καθηγήτρια της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας στο Cambridge, σκοτώνεται από ένα αυτοκίνητο στο δρόμο ενώ διαβάζει περπατώντας στίχους της Emily Dickinson. Ένα μήνα αργότερα ο αφηγητής της ιστορίας, ο οποίος είναι διάδοχός της στη σχολή και πρώην ερωτικός της σύντροφος, λαμβάνει ένα δέμα από το Μπουένος Άιρες που προορίζεται για εκείνη. Μέσα υπάρχει ένα ταλαιπωρημένο και γεμάτο τσιμέντα αντίτυπο της "Γραμμής της Σκιάς" του Joseph Conrad με μια ιδιόχειρη αφιέρωση της νεκρής προς κάποιον Carlos (όπως ο συγγραφέας) για τις τρελές μέρες τους στο Μοντερρέυ και τα λόγια: "Ποτέ δεν θά 'κανες κάτι που θα μπορούσε να με ξαφνιάσει".

Ο αφηγητής ταξιδεύει στο Μπουένος Άιρες και ακολουθεί μέχρι το Μοντεβίδεο της Ουρουγουάης τα βήματα του Carlos Brauer σε παλαιοβιβλιοπωλεία, ανάμεσα σε συλλέκτες και βιβλιόφιλους. Ο Carlos, βιβλιόφιλος ο ίδιος, έχει  συλλέξει μέσα στα χρόνια μια τεράστια βιβλιοθήκη και έχει καταφέρει να ταξινομήσει τα χιλιάδες πολύτιμα βιβλία του όπως ακριβώς θέλει. Χάνει όμως, κατά λάθος, τον κατάλογο ταξινόμησης. Η βιβλιοθήκη του γίνεται ένας λαβύρινθος. Είναι πρακτικά αδύνατο να ανακαλύψει οτιδήποτε μέσα στα ράφια του και τρελαίνεται. Μισθώνει φορτηγά ολόκληρα, μεταφέρει όλα εκείνα τα βιβλία - ολόκληρη τη ζωή του - στο Μοντεβίδεο και σε κάποια παραλία χτίζει κυριολεκτικά ένα σπίτι από τσιμέντο και βιβλία και μένει μέσα του. Στέλνοντάς στην Bluma πίσω το βιβλίο που του χάρισε ως πλίνθο από το σπίτι του, κάνει κάτι που "ξαφνιάζει", όπως η Emily Dickinson, που όσο ζούσε ήταν μια ανέραστη μισότρελη γεροντοκόρη, για να αποδειχτεί μετά το θάνατό της μια φλογερή ποιήτρια.

Ο συγγραφέας μας οδηγεί μέσα από ένα πλήθος ιστορίες για βιβλία και εκδόσεις για συγγραφείς και βιβλιοθήκες αναμιγνύοντας το φανταστικό με την πραγματικότητα. Αποφθέγματα, τίτλοι, ονόματα συνδέονται αχρονικά, συνειρμικά ή συστηματοποιούνται γύρω από εκδοτικά χαρακτηριστικά και πρακτικές ανάγνωσης. Οι επιρροές του είναι πολλές. Πρόκειται για έναν γνώστη και αληθινό εραστή της λογοτεχνίας - εργάζεται άλλωστε και σαν κριτικός. Η επιρροή του Μπόρχες διαφαίνεται από τις αναφορές στην κλασσική λογοτεχνία, τη γοητεία των βιβλιοθηκών, στην περιπλάνηση στους κόσμους της ανάγνωσης, στα παιχνίδια της ανάμιξης του φανταστικού με το πραγματικό,  στην αναζήτηση του τυχαίου και του μοιραίου. 


Τέλος, ο Dominquez βάζει το αντίτυπο της "Γραμμή της Σκιάς", που χάρισε η Bluma στον Carlos να έχει εκδοθεί το 1946 από τον οίκο Emece του Μπουένος Άιρες, στη σειρά "La Puerta de Malfil" (Φιλντισένια Πύλη), την οποία όντως εκείνη την εποχή διηύθυναν ο Μπόρχες με τον Κασάρες.    



Rhys Hughes: Η νέα ιστορία της ατιμίας, Πόλις 2007.

Ο Rhys Hughes είναι Ουαλός συγγραφέας με πολλές όμως διεθνείς επιρροές, μεταξύ των οποίων φυσικά και ο Μπόρχες. "Η παγκόσμια ιστορία της ατιμίας" είναι το δημοφιλέστερο βιβλίο του Μπόρχες και θεωρείται το πρώτο (εκδόθηκε το 1935) που εγκαινίασε το κίνημα που αργότερα ονομάστηκε "μαγικός ρεαλισμός". Εδώ ο Μπόρχες γράφει τις βιογραφίες ιστορικών προσωπικοτήτων - αληθινών εγκληματιών - κατά το δοκούν: παραποιεί ή και εφευρίσκει τις πηγές του, ακόμα και αυτούς τους ίδιους τους συγγραφείς τους! Επίσης πλαισιώνει αυτές τις βιογραφίες με το πρώτο του διήγημα καθώς και με μια συλλογή κειμένων που αποδίδει ψευδώς σε υπαρκτούς συγγραφείς ή σε φανταστικούς σαν να ήταν αληθινοί.

Ο Rhys Hughes έγραψε τη συνέχεια αυτού του μνημείου φαντασίας και του πήρε, ούτε λίγο ούτε πολύ δέκα χρόνια. Μια "οδύσσεια" όπως λέει και ο ίδιος στο πρόλογό του στην ελληνική έκδοση. Εδώ ο συγγραφέας συμπληρώνει την έκθεση από ατιμίες με επτά ακόμη δείγματα, την πλαισιώνει με ένα διήγημα παρωδία του αντίστοιχου μπορχικού και προσθέτει μια συλλογή από κείμενα, που επίσης αποδίδει σε υπαρκτούς συγγραφείς, αλλά και στον φανταστικό Χέρμπερτ Κουέιν που είχε εφεύρει ο ίδιος ο Μπόρχες. Τέλος προσθέτει μια σειρά από δικά του διηγήματα με τίτλο "Borgesiana". Αυτή η προσθήκη είναι που κάνει και μοναδική την ελληνική έκδοση, αφού όπως λέει στο σημείωμά του ο μεταφραστής Αχιλλέας Κυριακίδης προήλθε μέσα από τις διαπραγματεύσεις του με τον συγγραφέα. Ειδικά δε το διήγημα "Σχήματα αεί Κρήτες" έχει εκδοθεί μόνο στα ελληνικά και μόνο σε αυτή την έκδοση. 


Πρόκειται για ένα απολαυστικό βιβλίο.




Alejandro Zambra: Μπονσάι, εκδόσεις Πατάκη 2007.

Ο χιλιανός Αλεχάντρο Σάμπρα είναι σχετικά νέος ηλικιακά. Είναι κριτικός λογοτεχνίας και διδάσκει λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Diego Portales του Σαντιάγκο. Το "Μπονσάι", παρόλο που είναι το πρώτο του μυθιστόρημα, γνώρισε εγκωμιαστική αποδοχή αποσπώντας το Μεγάλο Βραβείο των Χιλιανών Κριτικών το 2006 και το αναγνωστικό κοινό τόσο στη Χιλή όσο και διεθνώς.


Ο τίτλος παραπέμπει στη φιλοσοφία τη λογοτεχνίας που ενέπνευσε ο Μπόρχες. Στην εισαγωγή της πρώτης συλλογής διηγημάτων που εξέδωσε, "Ο Κήπος με τα Μονοπάτια που Διακλαδώνονται", ο Μπόρχες αναφέρει: "Είναι μεγάλη τρέλα και άσκοπο να γράφει κανείς τεράστια βιβλία – αναπτύσσοντας σε 500 σελίδες μια ιδέα η οποία μπορεί κάλλιστα να αποδοθεί σε πέντε λεπτά κουβέντας. Το καλύτερο πράγμα είναι να προσποιείσαι ότι αυτά τα βιβλία ήδη υπάρχουν και να δίνεις μια σύνοψη ή κάποιο σχόλιο." Όπως το μπονσάι είναι η μινιατούρα ενός ώριμου και μεγάλου δέντρου, έτσι και αυτή η νουβέλα έχει γραφτεί σαν μια περίληψη ενός μεγάλου μυθιστορήματος. Και σαν γνήσιος μπορχίστας ο συγγραφέας βάζει κάπου τον ήρωά του να προσπαθεί να γράψει ένα μυθιστόρημα με τίτλο "Μπονσάι" και τελικά να πουλά την βιβλιοθήκη του για να αγοράσει βιβλία σχετικά με την τέχνη του μπονσάι και να φτιάχνει ένα αληθινό.

Κι όπως αναφέρει μέσα ο συγγραφέας: "ένα μπονσάι είναι ένα καλλιτεχνικό αντίγραφο ενός δέντρου σε μικρογραφία. Αποτελείται από δύο στοιχεία: το ζωντανό δέντρο και το δοχείο. Τα δυο στοιχεία πρέπει να βρίσκονται σε αρμονία (...)".

Το "δοχείο" εδώ είναι το ελλειπτικό κείμενο που αφηγείται μια "ζωντανή", καταιγιστικά πυκνή ιστορία. Μια ιστορία αγάπης και απώλειας, εγγύτητας και απόστασης, συνύπαρξης και μοναξιάς.
  
Σας παραθέτω την αρχή της υπέροχης αυτής νουβέλας:
"Στο τέλος εκείνη πεθαίνει κι εκείνος μένει μόνος, αν και στην πραγματικότητα είχε μείνει μόνος πολλά χρόνια πριν πεθάνει εκείνη, η Εμίλια. Ας πούμε πως εκείνη λέγεται ή λεγόταν Εμίλια και πως εκείνος λέγεται, λεγόταν και εξακολουθεί να λέγεται Χούλιο. Χούλιο και Εμίλια. Στο τέλος η Εμίλια πεθαίνει και ο Χούλιο δεν πεθαίνει. Τα υπόλοιπα είναι λογοτεχνία:" και μετά συνεχίζει το κείμενο.

Εμπνευσμένος από τον Μπόρχες, ο συγγραφέας παίζει συχνά και επιτηδευμένα με τον αναγνώστη πότε αφήνοντάς τον να συνεπαίρνεται από την ιστορία και πότε αναδεικνύοντας την τέχνη της αφήγησης. Ο αναγνώστης πότε διαβάζει μια ιστορία που έχει ήδη βιωθεί και πότε συμμετέχει στο μυστήριο της δημιουργίας της εν δράσει. Πότε ταυτίζεται με τους ήρωες και πότε με τον συγγραφέα.

Η δε ιστορία είναι τόσο σύγχρονη που μπορεί να απευθύνεται σε προσωπικά βιώματα του καθενός μας.





Luis Fernando Verissimo: Ο Μπόρχες και οι αιώνιοι ουραγκοτάγκοι, Άγρα 2007.

Ο υπερεβδομηντάχρονος Luis Fernando Verissimo δεν μεταφράζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Θεωρείται ένας από τους πιο δημοφιλείς συγγραφείς της Βραζιλίας, αν και πρόκειται για έναν πολυτάλαντο άνθρωπο που έχει διακεκριμένη πορεία και ως δημοσιογράφος, μεταφραστής, χρονογράφος, διαφημιστής, χιουμορίστας, καρτουνίστας ακόμη και ως μουσικός.

"Ο Μπόρχες και οι αιώνιοι ουραγκοτάγκοι" είναι ένα ευφάνταστο αστυνομικό μυθιστόρημα και ταυτόχρονα μια λογοτεχνική σπαζοκεφαλιά. Είναι επίσης ένας φόρος τιμής στον Μπόρχες, τον οποίο ο συγγραφέας έχει διαβάσει συστηματικά και έχει αγαπήσει πολύ. 


Κατ' αρχάς, ο ίδιος ο Μπόρχες ήταν λάτρης του αστυνομικού μυθιστορήματος και έχει συγγράψει, μάλιστα, κάμποσα μαζί με το φίλο του Αδόλφο Μπιόι Κασάρες (συχνά κάτω από το ψευδώνυμο Μπούστος Ντομέκ).


Ακόμη και αυτός ο τίτλος είναι ένα αίνιγμα με τρεις σημασίες - που αντλούνται από τις θεματολογίες του Μπόρχες. Για παράδειγμα, ο "αιώνιος ουραγκοτάγκος" είναι μια ιδέα του John Dee (ενός πανεπιστήμονα, αλχημιστή και ερμητικού φιλόσοφου του 16ου αιώνα) σύμφωνα με την οποία ένας ουραγκοτάγκος εφοδιασμένος με αρκετή γραφική ύλη, άπειρο χρόνο και επιφάνεια, ανάμεσα σε αυτά που θα έγραφε, θα κατάφερνε να γράψει και όλα τα γνωστά βιβλία στην ιστορία. Oι άλλες δύο σημασίες αποκαλύπτονται επίσης σταδιακά στο κείμενο.


Ο κεντρικός ήρωας είναι μεταφραστής και συγγραφέας (όπως κι ο Μπόρχες) από το Πόρτο Αλέγκρε (όπως και ο ίδιος ο Verissimo) και, φυσικά, μεγάλος θαυμαστής του Μπόρχες. Ο Μπόρχες εδώ είναι δευτερεύων ήρωας, ο οποίος εμπλέκεται σε ένα έγκλημα σε ένα κλειστό δωμάτιο, το οποίο συνέβη κατά τη διάρκεια ενός φιλολογικού συνεδρίου στο Μπουένος Άιρες σε μια χρονολογία που εκείνος ήταν ακόμη ζωντανός. Το κλειστό δωμάτιο και ο ουραγκοτάγκος παραπέμπουν σε ένα διάσημο διήγημα ("Οι φόνοι της οδού Μοργκ") του Edgar Allan Poe, του πρώτου που έγραψε αστυνομικές ιστορίες και ο οποίος αποτελεί και μια μεγάλη αγάπη του ίδιου του Μπόρχες. Ο ήρωας βρίσκεται στην ευτυχή θέση να συνομιλεί με τον Μπόρχες ψάχνοντας τη λύση στο αινιγματικό έγκλημα. Το όλο βιβλίο είναι γραμμένο με τη μορφή γράμματος ή σημειώσεων, που υποτίθεται ότι έστειλε ο ήρωας στον Μπόρχες μετά το τέλος του συνεδρίου ζητώντας του να γράψει εκείνος όποιον επίλογο προτιμά. Ο Μπόρχες δέχεται το ρόλο του συγγραφέα, αφού συναινεί να γράψει το τέλος, αλλά αποτελεί και ήρωα της πλοκής, αφού επιλύει το μυστήριο. 

Για ευνόητους λόγους δεν θέλω να σας αποκαλύψω περισσότερα από την πλοκή.

Ίσως πρόκειται για το πιο διασκεδαστικό από τα τέσσερα βιβλία, αφού το δαιδαλώδες παιχνίδι του συγγραφέα με τους μπορχικούς μύθους πλέκεται τόσο αριστοτεχνικά, που σε κάθε βήμα υπάρχει και κάτι να ανακαλυφτεί από τον αναγνώστη.