Christopher Richard Wynne Nevinson: Returning to the Trenches, 1916

Για τον Μ. Καραγάτση

Μιχάλη τον βάφτισαν οι κριτικοί, ταυτίζοντας το Μ. με κάποιους από τους ήρωές του. Μήτια τον φώναζαν μικρό οι φίλοι του, τότε που τον είχαν συνεπάρει οι αδελφοί Καραμαζώφ του Ντοστογιέφσκι. Καραγάτσι είναι η φτελιά, το δέντρο με το μαύρο κορμό, που κάτω από τη σκιά του μυήθηκε στη λογοτεχνία.

Όταν ξεκίνησα να τον διαβάζω στην εφηβεία μου, με συνεπήρε η γλώσσα του, η αφήγηση του. Και μετά οι χαρακτήρες του. Πόση διαφορά από την παιδιάστικη αντίληψη, που είχα εγώ για τους ανθρώπους και πόση απόσταση από τους χαρακτήρες του Λουντέμη, που επίσης με μάγευε τότε. Οι χαρακτήρες του Λουντέμη ένιωθαν βαθειά μέσα τους, πόσο άδικο είναι να μην υπάρχει θεός και εξυψώνονταν παλεύοντας την αδικία. Στα γραπτά του Καραγάτση ο θεός έχει ήδη πεθάνει, οι χαρακτήρες του είναι αφημένοι σε ότι ανθρώπινο, ανίδεοι για το πένθος, ανυποψίαστοι από την ιστορία, κατακρημνισμένοι στα ερείπια και τα αποκαΐδια της και ανικανοποίητοι. Στον Λουντέμη ο έρωτας πλημμυρίζει τους χαρακτήρες του, ο αναπόκριτος έρωτας τούς κάνει να υποφέρουν, οι νέοι του στέλνουν ερωτικές επιστολές και οι κοπέλες παρομοιάζονται με άνθη. Στον Καραγάτση ο έρωτας έχει μια παθιασμένη τυφλότητα, έχει ορμή και αποζητά τη λύτρωση, έχει μυρωδιές, κορμιά, ορέξεις και βρίθει από αβασάνιστη αμαρτία. Κι οι γυναίκες επίσης παραδίνονται στο παιχνίδι της επιθυμίας ακόρεστα, σαν να ήταν δικό τους…
Δεν είναι τυχαίο πόσο τον αγαπούσε ο Καββαδίας.

Δεν ξέρω πως τα κατάφερα και τον αγάπησα τότε, που ήθελα όλα στον κόσμο να είναι ακέραια και μονολιθικά και που πάλευα με νύχια και δόντια, συνειδητά γι αυτό. Ίσως να ήταν οι αναφορές του στη Θεσσαλία, που με γοήτευαν σαν μια μακρινή μου πατρίδα. Ίσως η κοινή γοητεία της Ρωσίας... Ίσως γιατί κι εγώ έχω νιώσει τον εαυτό μου, να κάθεται κάτω από το δέντρο του χρόνου με συντροφιά τη λογοτεχνία. Ίσως γιατί ένιωθα μέσα μου, πως κατά βάθος ήμουν κι εγώ σαν και τους χαρακτήρες του: ειρωνικά αντιφατικός. Ίσως γιατί με έμαθε να παρατηρώ τη διακόρευση της αθωότητας μέσα από την τρύπα της καμπίνας του Γιούγκερμαν και να αναρωτιέμαι, αν το απολαμβάνω. Ίσως γιατί ήμουν ταυτόχρονα ο αφηγητής της ζωής μου κι ο χαρακτήρας της που θα μπορούσα να αφεθώ χωρίς επίγνωση στη δίνη των παθών της...

Όπως και να ’χει του χρωστώ κάμποσα, γι’ αυτό και βρήκα χρόνο σήμερα μέσα στους σωρούς από αγωνίες και πολιτικές σκέψεις να μοιραστώ για εκείνον δυο γραμμές.